«Η κόρη και ο βρυκόλακας» είναι ο τίτλος που στεγάζει μια διευρυμένη καλλιτεχνική ανάπλαση της παραλογής «Το τραγούδι του νεκρού αδελφού», την οποία παρουσίασε η Πειραματική Σκηνή ΔΟΠΠΑΤ του Δήμου Ναυπλιέων τη δεύτερη ημέρα του 4ου Πανελλήνιου Φεστιβάλ μας.
Χωρίς τον - συνήθως βλαπτικό - υποκειμενισμό του «πειραματισμού», γίνεται εδώ μια απόπειρα να αποδοθεί το βίωμα του λαϊκού τραγικού λόγου τόσο με ένταξη στο όλο κλίμα της λαϊκής παράδοσης, όσο και με αναγωγή στη φιλοσοφία ζωής της «απλοϊκής» κοινωνίας που γέννησε την κουλτούρα των Παραλογών. Ο πειραματισμός στην προκειμένη περίπτωση αφορά σε λειτουργικές «διαφοροποιήσεις» και συνθέσεις που δεν προδίδουν το βασικό κείμενο, αλλά εμφυσούν στην ανάπλαση το «ψαγμένο» δέος από την ανακάλυψη όλο και περισσότερων θησαυρών μέσα στα λόγια και τις εικόνες. Η θεατρική απόδοση του ποιητικού κειμένου βασίζεται στη θεατρικότητα που εμπεριέχεται ατόφια στις Παραλογές, οι οποίες προέρχονται ακριβώς από την παρακμή, τον εκφυλισμό και τον πολυτεμαχισμό της κλασικής τραγωδίας στα ελληνιστικά και τα ρωμαϊκά χρόνια. Πολύστιχα αφηγηματικά τραγούδια σε τυπικό 15σύλλαβο, οι Παραλογές «εκλογοτεχνίζουν» μια τραγική ιστορία, με δεσπόζον στοιχείο το μαγικό.
Λειτουργικοί άξονες της παράστασης η τελετουργική χορογραφία και το θρηνητικό τραγούδι (δεσπόζει το μοιρολόι). Επιτυγχάνεται, έτσι, η αποδεκτή δραματοποίηση της ταχείας ροής που χαρακτηρίζει την ανάπτυξη του 15σύλλαβου, και η τελική αίσθηση και εικόνα θυμίζει δρώμενο αρχέγονο, όπου το δέος και η ανάγκη ισορροπούνται σε μια βιωματική εκφραστική της ψυχής. Το θέμα δεν περιορίζεται, εντυπωσιοθηρικά, στη νεκρανάσταση (η οποία αναπαριστάνεται με λιτή αλλά ισχυρή υποβολή), αλλά εκτείνεται στην αίσθηση του κόσμου που χαρακτήριζε εκείνη την εποχή του βαλκανικού αγροτοποιμενικού πολιτισμού. Πίσω από τον τυπικό βασικό μύθο (του αδελφού που σηκώνεται από τον τάφο για να εκπληρώσει την υπόσχεση στη δυστυχισμένη μάνα) κρύβεται η διαφορετικότητα ενός κοινωνικού κόσμου που διαχωρίζει αλλά δεν αποκλείει αμοιβαία τη ζωή και τον θάνατο, που θεμελιώνεται ηθικά στο κύρος του ιερού όρκου, που τοποθετεί την οικογένεια στο κέντρο της συλλογικής ύπαρξης, που νιώθει ως αυτονόητη την απόλυτη ενότητα κοινωνίας και φύσης. Είναι ο καθαρός λαϊκός παγανισμός που λειτουργεί και που στην παράσταση εικονογραφείται υποβλητικά με την αμεσότητα του λαϊκού θρήνου, την οργανικότητα της κοινής πορείας νεκρού και ζωντανού υπό την εποπτεία των μαγικών πουλιών, τη μετατόπιση του ενδιαφέροντος από το θέαμα στο ακρόαμα ενός λιτού καθαρού λόγου. Η επιλογή γυναικών για όλους τους ρόλους εντείνει ευρηματικά το τραγικό στοιχείο αφού η γυναίκα, στην παραδοσιακή λαϊκή συνείδηση, συμπυκνώνει το ήθος, τον τρόπο και το βάθος της τραγικότητας.
Μια υποβλητική παράσταση με κλίμα μυσταγωγίας, όπου τα παιχνίδια του φωτός τροποποιούν ακατάπαυστα την ένταση της σκιάς υποβάλλοντας την αίσθηση της ανάμειξης των κόσμων. Με σύνθεση στοιχείων από διάφορες παραλλαγές του αρχετυπικού κειμένου, από τραγούδια και από πρωτότυπο λόγο-γέφυρα, δημιουργείται ένα γλωσσικό σύμπαν διασταύρωσης του ρεαλιστικού με το ανορθολογικό που κάνει το παραμύθι να δένει με τη λαϊκή παράδοση και όλα τους να γίνονται κάτι σαν συναισθηματικοί αγωγοί για να νιώσουμε τον πόνο και τη λαχτάρα, την οδύνη και την αγάπη, τη ζωή και τον θάνατο όχι σαν «συστατικά τέχνης» αλλά σαν βιωματική τέχνη που φωτίζει τη ζωή στα αθέατά της. Οι φίλοι της ομάδας ΔΟΠΠΑΤ Δήμου Ναυπλιέων χάρισαν στο κοινό μας τη συγκίνηση και το ρίγος μιας «νεκρανάστασης» της παράδοσης, με πνεύμα και γνώση τέχνης.
Νίκος Σταθόπουλος, Φιλόλογος - συγγραφέας